Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΤΟ ΗΜΙΤΕΛΕΣ - ΜΕΤΡΙΟ ΣΥΝΑΝΤΑ ΤΟ ΗΜΙΤΕΛΕΣ - ΤΕΛΕΙΟ

Ημιτελές, μισοτελειωμένο, μισό, ατελές, "non finito". Το έργο που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Δεν απέκτησε την πλήρη, τέλεια μορφή του, γιατί η δημιουργία του είτε σταμάτησε, διακόπηκε είτε απλά εγκαταλείφθηκε από τον καλλιτέχνη.
Είναι όμως όλα τα ημιτελή λειψά; Ανολοκλήρωτα; Σημαίνουν όλα παραίτηση; Σημαίνουν όλα υπόκλιση στη μετριότητα;
Τρεις δημιουργοί δίνουν νέο περιεχόμενο στο ημιτελές, κάνοντάς μας να προβληματιστούμε σε σχέση με τον ορισμό του τέλειου. Αποδεικνύουν ότι η τέχνη του ημιτελούς σαν έκφραση του ανικανοποίητου εξακολουθεί να μας συγκινεί.
Τα έργα τους έμειναν ημιτελή, όχι γιατί ο δημιουργός πέθανε, αλλά γιατί ο δημιουργός...
Σαν αυτό που ήθελε να εκφράσει να ήταν τόσο ενορατικό, που να μην  μπορούσε να το μετουσιώσει σε μια συγκεκριμένη, οριοθετημένη μορφή ... Ώστε και η μορφή να μένει τελικά ενορατική και ασαφής.
Ή σαν το αποτέλεσμα της προσπάθειάς του να μην ήταν ακριβώς αυτό που αναζητούσε και χρειαζόταν κι άλλη επεξεργασία, κι άλλη επεξεργασία... Ώστε τελικά δεν τελείωνε ποτέ.
Ή σαν το όραμα να ήταν τόσο λεπτομερές, τόσο πλούσιο, που για να σχηματιστεί η μορφή του να χρειαζόταν ατελείωτο χρόνο.
Ή σαν η όλη πορεία δημιουργίας να μην ήταν παρά η διαρκής ταλάντευση του καλλιτέχνη, το μαρτύριο και η δοκιμασία του να φτάσει στο απώγειο της τέχνης του.
Διονύσιος Σολωμός, Μιχαήλ Άγγελος, Αντόνι Γκαουντί. Τρεις δημιουργοί που αναζητούν την τέλεια μορφή, στο χώρο έκφρασής του βέβαια ο καθένας, χωρίς αυτή να ταυτίζεται απαραίτητα με το ρεύμα του κλασικισμού.
   Ο Διονύσιος Σολωμός επεξεργαζόταν συνεχώς τα έργα του και αγωνιζόταν για την επίτευξη της απόλυτης τελειότητας στη μορφή, προσπαθώντας να τα απαλλάξει από οτιδήποτε περιττό, που κατέστρεφε την καθαρά λυρική ουσία. Τα χειρόγραφά του δεν περιέχουν τα έργα καθαρογραμμένα, αλλά αποκαλύπτουν όλα τα στάδια επεξεργασίας τους, χωρίς απαραίτητα η τελευταία επεξεργασία να είναι η τελική. Ενδεικτική είναι η φράση που αποδίδεται στον ποιητή "Ο Λάμπρος θα μείνει απόσπασμα, γιατί το όλο ποίημα δε φτάνει το ύψος μερικών μερών". Ο Λίνος Πολίτης λέει σχετικά με την αποσπασματικότητα των Ελεύθερων πολιορκημένων: "δεν θέλησε ή δεν ενδιαφέρθηκε να εντάξει τα λυρικά αυτά κομμάτια σ' ένα σύνολο αφηγηματικό... Έμεινε στην καθαρή λυρική έκφραση, αδιαφορώντας για την μη λυρική συνδετική ουσία, προχωρώντας έτσι...προς μια κατάκτηση ενός "καθαρού" λυρικού χώρου, πολύ πιο πριν από την εποχή του. Κάτι ανάλογο διαπιστώσαμε και στον Κρητικό, το ίδιο ισχύει και για τα άλλα του "αποσπασματικά" έργα". Ο Σολωμός θεωρήθηκε από αρκετούς ποιητές και κριτικούς ως πρόδρομος της "καθαρής ποίησης" και η αποσπασματικότητά του έργου του δεν ενοχλούσε, αντιθέτως θεωρούνταν μεγάλο πλεονέκτημα.(Ο Κρητικός του Δ.Σολωμού, http://www.snhell.gr/anthology/content.asp?id=429&author_id=47)
   Ο Μιχαήλ Άγγελος, όπως περιγράφει ο Βαζάρι στην αυτοβιογραφία του πρώτου, ήταν πάντοτε ανικανοποίητος και είχε την τάση να εγκαταλείπει ένα έργο του μόλις διαπίστωνε την παραμικρή παρέκκλιση από το ιδεώδες του. Ο Βαζάρι πίστευε ότι το "non finito" του Μιχαήλ Αγγέλου αντανακλά το μεγαλείο των ιδεών του, οι οποίες πάντα ξεπερνούσαν τις δυνατότητες που είχε το χέρι του για να τις αναπαραστήσει. Δεν πρέπει να είναι άσχετο το γεγονός ότι η νεοπλατωνική φιλοσοφία, της οποίας ήταν οπαδός ο Μιχαήλ Άγγελος, υποστήριζε την προτεραιότητα της ιδέας και της αρχικής σύλληψης απέναντι στην υλοποίησή της, αφού το τελικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να αποφύγει κάποιες ατέλειες. Ο καλύτερος, ίσως, υπαινιγμός σε σχέση με τις προθέσεις του απορρέει από τα ίδια τα λόγια του στο σονέτο το αφιερωμένο στη Βιττόρια Κολόνα, τη μαρκησία της Πεσκάρα: "Οι πιο μεγάλοι καλλιτέχνες δεν σκέφτονται να φανερώσουν- ό,τι το μάρμαρο μες στο περίσσιο κέλυφός του δεν περιέχει- τα πετρωμένα στο μάρματο μάγια να διαλύσει είναι το μόνο που το χέρι υπηρετώντας τον εγκέφαλο να πράξει χρέος έχει". Ο Μιχαήλ Άγγελος άφηνε τα έργα του ημιτελή, γιατί ένιωθε πως ό,τι είχε να πει το είχε πει ήδη, και επομένως η ολοκλήρωσή τους δεν ήταν απαραίτητη. Ισχυριζόταν πως η ιδέα βρίσκεται εγκλωβισμένη στο μάρμαρο και πως ο καλλιτέχνης πρέπει απλώς να αφαιρέσει την περίσσια ύλη, που την εμποδίζει να βγει στο φως, και να σταματήσει όταν αρχίσει να αναδύεται η εικόνα.
ΣΚΛΑΒΟΣ ΠΟΥ ΞΥΠΝΑ

ΓΕΝΕΙΟΦΟΡΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ

ΣΚΥΜΜΕΝΟ ΠΑΙΔΙ
   Ο Αντόνι Γκαουντί, σημαντικός Καταλανός αρχιτέκτονας, έχει αφήσει ολόκληρες δημιουργίες. Εκτός από μία, η οποία είναι τόσο μοναδική που είναι αδύνατο να μην αναφερθεί. Η Σαγράδα Φαμίλια, μεγάλη ρωμαιοκαθολική εκκλησία στη Βαρκελώνη της Ισπανίας, έμεινε ημιτελής λόγω του θανάτου του αρχιτέκτονα. Το παράδοξο, ωστόσο, είναι ότι ο Γκαουντί ξεκίνησε να εργάζεται το πρότζεκτ το 1883 και όταν απεβίωσε το 1926, η βασιλική είχε ολοκληρωθεί κατά 15 με 25 τοις εκατό μόνο. 43 χρόνια ο Γκαουντί εργαζόταν στη Σαγράδα Φαμίλια και σχετικά με το θέμα της μακροχρόνιας κατασκευής της, λέγεται ότι είπε "Ο πελάτης μου δεν βιάζεται". Η δουλειά του Γκαουντί παρέμεινε ατελείωτη και η Αγία Οικογένεια είναι ένα σύμβολο του μισοτελειωμένου. Ακόμα και σήμερα δεν υπάρχει τρόπος να υπολογίσουμε πότε θα τελειώσει. Όταν πέθανε ο Γκαουντί, άφησε μόνο την αρχή μιας αρχιτεκτονικής δουλειάς που υπήρχε περισσότερο στην φαντασία του παρά στην πραγματικότητα.








Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

Αφήνω τα πάντα στη μέση. Γιατί;

Ξεκινάω κάτι. Γρήγορα ενθουσιάζομαι. π.χ. Πάω γυμναστήριο. Τρέχω την πρώτη εβδομάδα. Τη δεύτερη απλά δε με παίρνουν τα πόδια μου. Αρχίζω μαθήματα Αγγλικών. Μεγαλεπήβολος ο στόχος, λέω να πάω για Proficiency. Στις πρώτες δέκα μέρες ακούω Hello! και μου σηκώνεται η τρίχα. Το λέει και το τραγούδι... Με τι καρδιά, με τι πνοή,τι πόθους και τι πάθος πήραμε τη ζωή μας· λάθος! κι αλλάξαμε ζωή.
Στην προκειμένη βέβαια περίπτωση, αγαπητέ αναγνώστη, αντί να την αλλάξουμε προς το καλύτερο, απλά παραιτηθήκαμε, ενδώσαμε.
Όμως  τι είναι αυτό που μας κάνει να ενδώσουμε; Είναι οι εξωτερικοί παράγοντες, οι συνθήκες δηλαδή που μας περιβάλλουν και μας βάζουν συνέχεια τρικλοποδιές σε κάθε προσπάθεια; Ή είναι οι εσωτερικοί παράγοντες, οι προσωπικές μας δηλαδή αδυναμίες και αμφιβολίες που μπροστά στο πρόβλημα γιγαντώνονται και μας μουδιάζουν, κυριολεκτικά παραλύουν. Οι επιστήμονες απαντούν ότι και οι δύο παράγοντες έχουν το δικό τους μερίδιο, και από περίπτωση σε περίπτωση άλλοτε είναι κυρίαρχος ο πρώτος και δευτερεύων ο άλλος και άλλοτε το ανάποδο.
Σωστά! Ωστόσο, σε μία προσπάθεια να ενισχύσουμε την αισιόδοξη και αγωνιστική πλευρά του εαυτού μας, θα έλεγα ότι έχει σημασία εκεί που αισθανόμαστε ότι είμαστε "μισοί" ή "λίγοι" για να ολοκληρώσουμε κάτι, λίγο πριν  εγκαταλείψουμε την προσπάθεια, να δούμε τις περιπέτειες του κομματιού που λείπει.
Άραγε φταίνε τα κομμάτια που μας λείπουν; Ή μήπως είμαστε τελικά κι εμείς  ένα κομμάτι που λείπει;
Τα συμπεράσματα δικά σας.

"The missing piece sat alone, waiting for someone to come along and take it somewhere. Some fit, but could not roll.  Others could roll but did not fit.  Others didn't know a thing about fitting.  And another didn't know a thing about anything.
One was too delicate...*pop*!
One put it on a pedestal, and left it there.
Some had too many pieces missing.
Some had too many pieces, period.

It learned to hide from the hungry ones...

More came.  Some looked too closely.
Others rolled right by without noticing.
It tried to make itself more attractive...It didn't help.
It tried being flashy, but that just frightened away the shy ones.

At last one came along that fit just right.  But all of a sudden...the missing piece began to grow!  And grow!

"I didn't know you were going to grow."
"I didn't, either," said the missing piece.
"Bye...I'm looking for my missing piece, one that won't increase..."
*sigh*

And then one day, one came along who looked different.
"What do you want of me?" asked the missing piece.
"Nothing."
"What do you need from me?"
"Nothing."
"Who are you?" asked the missing piece.
"I am the Big O," said the Big O.

"I think you are the one I have been waiting for," said the missing piece.  "Maybe I am your missing piece."
"But I am not missing a piece," said the Big O.  "There is no place you would fit."
"That is too bad," said the missing piece.  "I was hoping perhaps that I could roll with you..."
"You cannot roll with me," said the Big O, "but perhaps you can roll by yourself."
"By myself?  A missing piece cannot roll by itself."
"Have you ever tried?" asked the Big O.
"But I have sharp corners," said the missing piece.  "I am not shaped for rolling."
"Corners wear off," said the Big O, "and shapes change.  Anyhow, I must say good-bye.  Perhaps we will meet again..."  And away it rolled.

The missing piece was alone again.  For a long time, it just sat there.  Then...slowly...it lifted itself up on one end...and flopped over.  Then lift, pull, flop...it began to move forward.  And soon its edges began to wear off...liftpullflopliftpullflop...and its shape began to change...andthen it was bumping instead of flopping...and then it was bouncing instead of bumping...and then it was rolling instead of bouncing...

...and it didn't know where, and it didn't care.

It was rolling!
The end