Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2011

PINA BAUSCH


 
το trailer του ντοκυμαντέρ του WIM WENDERS για τη Γερμανίδα χορογράφο PINA BAUSCH
 

PINA BAUSCH:
"Υπάρχουν, φυσικά, καταστάσεις που σε αφήνουν παντελώς άφωνη. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να κάνεις υπαινιγμούς για τα πράγματα. Οι λέξεις, επίσης, δεν μπορούν να κάνουν κάτι περισσότερο από το να προκαλέσουν τα πράγματα. Εκεί ακριβώς έρχεται ο χορός ξανά."
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΗΣ ΧΟΡΕΥΤΕΣ:

"Ποια ήταν η PINA; Συνδύαζε ευαισθησία και δύναμη. Ήταν επίσης ικανή να ακούει ασταμάτητα και να παρακαολουθεί, και να ξεπερνά όλα τα όρια της. Έτσι την φαντάζομαι σαν ένα σπίτι με μία τεράστια σοφίτα γεμάτη θησαυρούς."
"Απλά πρέπει να γίνεις πιο τρελή, με συμβούλεψε η PINA."
"Η PINA ήταν ζωγράφος. Συνέχεια μας ρώταγε. Έτσι γίναμε η μπογιά, που χρωμάτιζε τις εικόνες της. Για παράδειγμα, θα ρώταγε για "το φεγγάρι"; Περιέγραφα τη λέξη με το σώμα μου. Έτσι ώστε να μπορεί να το δει και να το νιώσει."
"Η παραμικρή λεπτομέρεια έχει σημασία. Όλα είναι μία γλώσσα που μπορείς να μάθεις να διαβάζεις."
"Για την PINA, τα υλικά στοιχεία ήταν πολύ σημαντικά. Είτε ήταν άμμος ή χώμα, πέτρες ή νερό... Με κάποιο τρόπο, ακόμα και παγόβουνα και βράχια εμφανίζονταν στη σκηνή. Όταν χορεύουμε, γίνονται ...εμπόδια. Πρέπει να πας εναντίον τους ή να τα ανατρέψεις, ή να τα υπερβείς..."
  Η PINA πέθανε το 2009 και δεν πρόλαβε να δει ολοκληρωμένο το αφιερωμένο σε αυτήν ντοκυμαντέρ. Για την ιστορία του ντοκυμαντέρ μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα στο http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=397253.

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΤΟ ΗΜΙΤΕΛΕΣ - ΜΕΤΡΙΟ ΣΥΝΑΝΤΑ ΤΟ ΗΜΙΤΕΛΕΣ - ΤΕΛΕΙΟ

Ημιτελές, μισοτελειωμένο, μισό, ατελές, "non finito". Το έργο που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Δεν απέκτησε την πλήρη, τέλεια μορφή του, γιατί η δημιουργία του είτε σταμάτησε, διακόπηκε είτε απλά εγκαταλείφθηκε από τον καλλιτέχνη.
Είναι όμως όλα τα ημιτελή λειψά; Ανολοκλήρωτα; Σημαίνουν όλα παραίτηση; Σημαίνουν όλα υπόκλιση στη μετριότητα;
Τρεις δημιουργοί δίνουν νέο περιεχόμενο στο ημιτελές, κάνοντάς μας να προβληματιστούμε σε σχέση με τον ορισμό του τέλειου. Αποδεικνύουν ότι η τέχνη του ημιτελούς σαν έκφραση του ανικανοποίητου εξακολουθεί να μας συγκινεί.
Τα έργα τους έμειναν ημιτελή, όχι γιατί ο δημιουργός πέθανε, αλλά γιατί ο δημιουργός...
Σαν αυτό που ήθελε να εκφράσει να ήταν τόσο ενορατικό, που να μην  μπορούσε να το μετουσιώσει σε μια συγκεκριμένη, οριοθετημένη μορφή ... Ώστε και η μορφή να μένει τελικά ενορατική και ασαφής.
Ή σαν το αποτέλεσμα της προσπάθειάς του να μην ήταν ακριβώς αυτό που αναζητούσε και χρειαζόταν κι άλλη επεξεργασία, κι άλλη επεξεργασία... Ώστε τελικά δεν τελείωνε ποτέ.
Ή σαν το όραμα να ήταν τόσο λεπτομερές, τόσο πλούσιο, που για να σχηματιστεί η μορφή του να χρειαζόταν ατελείωτο χρόνο.
Ή σαν η όλη πορεία δημιουργίας να μην ήταν παρά η διαρκής ταλάντευση του καλλιτέχνη, το μαρτύριο και η δοκιμασία του να φτάσει στο απώγειο της τέχνης του.
Διονύσιος Σολωμός, Μιχαήλ Άγγελος, Αντόνι Γκαουντί. Τρεις δημιουργοί που αναζητούν την τέλεια μορφή, στο χώρο έκφρασής του βέβαια ο καθένας, χωρίς αυτή να ταυτίζεται απαραίτητα με το ρεύμα του κλασικισμού.
   Ο Διονύσιος Σολωμός επεξεργαζόταν συνεχώς τα έργα του και αγωνιζόταν για την επίτευξη της απόλυτης τελειότητας στη μορφή, προσπαθώντας να τα απαλλάξει από οτιδήποτε περιττό, που κατέστρεφε την καθαρά λυρική ουσία. Τα χειρόγραφά του δεν περιέχουν τα έργα καθαρογραμμένα, αλλά αποκαλύπτουν όλα τα στάδια επεξεργασίας τους, χωρίς απαραίτητα η τελευταία επεξεργασία να είναι η τελική. Ενδεικτική είναι η φράση που αποδίδεται στον ποιητή "Ο Λάμπρος θα μείνει απόσπασμα, γιατί το όλο ποίημα δε φτάνει το ύψος μερικών μερών". Ο Λίνος Πολίτης λέει σχετικά με την αποσπασματικότητα των Ελεύθερων πολιορκημένων: "δεν θέλησε ή δεν ενδιαφέρθηκε να εντάξει τα λυρικά αυτά κομμάτια σ' ένα σύνολο αφηγηματικό... Έμεινε στην καθαρή λυρική έκφραση, αδιαφορώντας για την μη λυρική συνδετική ουσία, προχωρώντας έτσι...προς μια κατάκτηση ενός "καθαρού" λυρικού χώρου, πολύ πιο πριν από την εποχή του. Κάτι ανάλογο διαπιστώσαμε και στον Κρητικό, το ίδιο ισχύει και για τα άλλα του "αποσπασματικά" έργα". Ο Σολωμός θεωρήθηκε από αρκετούς ποιητές και κριτικούς ως πρόδρομος της "καθαρής ποίησης" και η αποσπασματικότητά του έργου του δεν ενοχλούσε, αντιθέτως θεωρούνταν μεγάλο πλεονέκτημα.(Ο Κρητικός του Δ.Σολωμού, http://www.snhell.gr/anthology/content.asp?id=429&author_id=47)
   Ο Μιχαήλ Άγγελος, όπως περιγράφει ο Βαζάρι στην αυτοβιογραφία του πρώτου, ήταν πάντοτε ανικανοποίητος και είχε την τάση να εγκαταλείπει ένα έργο του μόλις διαπίστωνε την παραμικρή παρέκκλιση από το ιδεώδες του. Ο Βαζάρι πίστευε ότι το "non finito" του Μιχαήλ Αγγέλου αντανακλά το μεγαλείο των ιδεών του, οι οποίες πάντα ξεπερνούσαν τις δυνατότητες που είχε το χέρι του για να τις αναπαραστήσει. Δεν πρέπει να είναι άσχετο το γεγονός ότι η νεοπλατωνική φιλοσοφία, της οποίας ήταν οπαδός ο Μιχαήλ Άγγελος, υποστήριζε την προτεραιότητα της ιδέας και της αρχικής σύλληψης απέναντι στην υλοποίησή της, αφού το τελικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να αποφύγει κάποιες ατέλειες. Ο καλύτερος, ίσως, υπαινιγμός σε σχέση με τις προθέσεις του απορρέει από τα ίδια τα λόγια του στο σονέτο το αφιερωμένο στη Βιττόρια Κολόνα, τη μαρκησία της Πεσκάρα: "Οι πιο μεγάλοι καλλιτέχνες δεν σκέφτονται να φανερώσουν- ό,τι το μάρμαρο μες στο περίσσιο κέλυφός του δεν περιέχει- τα πετρωμένα στο μάρματο μάγια να διαλύσει είναι το μόνο που το χέρι υπηρετώντας τον εγκέφαλο να πράξει χρέος έχει". Ο Μιχαήλ Άγγελος άφηνε τα έργα του ημιτελή, γιατί ένιωθε πως ό,τι είχε να πει το είχε πει ήδη, και επομένως η ολοκλήρωσή τους δεν ήταν απαραίτητη. Ισχυριζόταν πως η ιδέα βρίσκεται εγκλωβισμένη στο μάρμαρο και πως ο καλλιτέχνης πρέπει απλώς να αφαιρέσει την περίσσια ύλη, που την εμποδίζει να βγει στο φως, και να σταματήσει όταν αρχίσει να αναδύεται η εικόνα.
ΣΚΛΑΒΟΣ ΠΟΥ ΞΥΠΝΑ

ΓΕΝΕΙΟΦΟΡΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ

ΣΚΥΜΜΕΝΟ ΠΑΙΔΙ
   Ο Αντόνι Γκαουντί, σημαντικός Καταλανός αρχιτέκτονας, έχει αφήσει ολόκληρες δημιουργίες. Εκτός από μία, η οποία είναι τόσο μοναδική που είναι αδύνατο να μην αναφερθεί. Η Σαγράδα Φαμίλια, μεγάλη ρωμαιοκαθολική εκκλησία στη Βαρκελώνη της Ισπανίας, έμεινε ημιτελής λόγω του θανάτου του αρχιτέκτονα. Το παράδοξο, ωστόσο, είναι ότι ο Γκαουντί ξεκίνησε να εργάζεται το πρότζεκτ το 1883 και όταν απεβίωσε το 1926, η βασιλική είχε ολοκληρωθεί κατά 15 με 25 τοις εκατό μόνο. 43 χρόνια ο Γκαουντί εργαζόταν στη Σαγράδα Φαμίλια και σχετικά με το θέμα της μακροχρόνιας κατασκευής της, λέγεται ότι είπε "Ο πελάτης μου δεν βιάζεται". Η δουλειά του Γκαουντί παρέμεινε ατελείωτη και η Αγία Οικογένεια είναι ένα σύμβολο του μισοτελειωμένου. Ακόμα και σήμερα δεν υπάρχει τρόπος να υπολογίσουμε πότε θα τελειώσει. Όταν πέθανε ο Γκαουντί, άφησε μόνο την αρχή μιας αρχιτεκτονικής δουλειάς που υπήρχε περισσότερο στην φαντασία του παρά στην πραγματικότητα.








Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

Αφήνω τα πάντα στη μέση. Γιατί;

Ξεκινάω κάτι. Γρήγορα ενθουσιάζομαι. π.χ. Πάω γυμναστήριο. Τρέχω την πρώτη εβδομάδα. Τη δεύτερη απλά δε με παίρνουν τα πόδια μου. Αρχίζω μαθήματα Αγγλικών. Μεγαλεπήβολος ο στόχος, λέω να πάω για Proficiency. Στις πρώτες δέκα μέρες ακούω Hello! και μου σηκώνεται η τρίχα. Το λέει και το τραγούδι... Με τι καρδιά, με τι πνοή,τι πόθους και τι πάθος πήραμε τη ζωή μας· λάθος! κι αλλάξαμε ζωή.
Στην προκειμένη βέβαια περίπτωση, αγαπητέ αναγνώστη, αντί να την αλλάξουμε προς το καλύτερο, απλά παραιτηθήκαμε, ενδώσαμε.
Όμως  τι είναι αυτό που μας κάνει να ενδώσουμε; Είναι οι εξωτερικοί παράγοντες, οι συνθήκες δηλαδή που μας περιβάλλουν και μας βάζουν συνέχεια τρικλοποδιές σε κάθε προσπάθεια; Ή είναι οι εσωτερικοί παράγοντες, οι προσωπικές μας δηλαδή αδυναμίες και αμφιβολίες που μπροστά στο πρόβλημα γιγαντώνονται και μας μουδιάζουν, κυριολεκτικά παραλύουν. Οι επιστήμονες απαντούν ότι και οι δύο παράγοντες έχουν το δικό τους μερίδιο, και από περίπτωση σε περίπτωση άλλοτε είναι κυρίαρχος ο πρώτος και δευτερεύων ο άλλος και άλλοτε το ανάποδο.
Σωστά! Ωστόσο, σε μία προσπάθεια να ενισχύσουμε την αισιόδοξη και αγωνιστική πλευρά του εαυτού μας, θα έλεγα ότι έχει σημασία εκεί που αισθανόμαστε ότι είμαστε "μισοί" ή "λίγοι" για να ολοκληρώσουμε κάτι, λίγο πριν  εγκαταλείψουμε την προσπάθεια, να δούμε τις περιπέτειες του κομματιού που λείπει.
Άραγε φταίνε τα κομμάτια που μας λείπουν; Ή μήπως είμαστε τελικά κι εμείς  ένα κομμάτι που λείπει;
Τα συμπεράσματα δικά σας.

"The missing piece sat alone, waiting for someone to come along and take it somewhere. Some fit, but could not roll.  Others could roll but did not fit.  Others didn't know a thing about fitting.  And another didn't know a thing about anything.
One was too delicate...*pop*!
One put it on a pedestal, and left it there.
Some had too many pieces missing.
Some had too many pieces, period.

It learned to hide from the hungry ones...

More came.  Some looked too closely.
Others rolled right by without noticing.
It tried to make itself more attractive...It didn't help.
It tried being flashy, but that just frightened away the shy ones.

At last one came along that fit just right.  But all of a sudden...the missing piece began to grow!  And grow!

"I didn't know you were going to grow."
"I didn't, either," said the missing piece.
"Bye...I'm looking for my missing piece, one that won't increase..."
*sigh*

And then one day, one came along who looked different.
"What do you want of me?" asked the missing piece.
"Nothing."
"What do you need from me?"
"Nothing."
"Who are you?" asked the missing piece.
"I am the Big O," said the Big O.

"I think you are the one I have been waiting for," said the missing piece.  "Maybe I am your missing piece."
"But I am not missing a piece," said the Big O.  "There is no place you would fit."
"That is too bad," said the missing piece.  "I was hoping perhaps that I could roll with you..."
"You cannot roll with me," said the Big O, "but perhaps you can roll by yourself."
"By myself?  A missing piece cannot roll by itself."
"Have you ever tried?" asked the Big O.
"But I have sharp corners," said the missing piece.  "I am not shaped for rolling."
"Corners wear off," said the Big O, "and shapes change.  Anyhow, I must say good-bye.  Perhaps we will meet again..."  And away it rolled.

The missing piece was alone again.  For a long time, it just sat there.  Then...slowly...it lifted itself up on one end...and flopped over.  Then lift, pull, flop...it began to move forward.  And soon its edges began to wear off...liftpullflopliftpullflop...and its shape began to change...andthen it was bumping instead of flopping...and then it was bouncing instead of bumping...and then it was rolling instead of bouncing...

...and it didn't know where, and it didn't care.

It was rolling!
The end

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

Η Τρεχάλα

Τρεχάλα, πιλάλα, γοργό τρέξιμο, τρεχαλητό, βιασύνη, φευγάλα.Όλα σημαίνουν το ίδιο. Είναι η κατάσταση εκείνη του ανθρώπου, ο οποίος τρέχει και δεν προφταίνει. Είναι όμως μόνο αυτή; Είναι, λοιπόν, μόνο το άγχος και η πίεση που όλοι μας, το ξέρουμε, χορεύουμε ή μάλλον τρέχουμε στο ρυθμό τους; Ή κρύβει η τρεχάλα και άλλες πλευρές... κωμικοτραγικές;
Ε, λοιπόν ναι! Μπορεί να εκφράζει την ερωτική απογοήτευση ενός κοριτσιού που στην κυριολεξία τρελαίνεται όταν την αρνείται ένα αγόρι για χάρη του ποδοσφαίρου. Μπορεί να σημαίνει τον αγώνα δρόμου για την πρωτιά ή τη λαχτάρα ενός αγοριού να αρπάξει το μέλλον του. Μπορεί και να σημαίνει τα κάνω όλα, τρέχω για όλα και συμφέρω πολύ. Ή μπορεί πολύ απλά να σημαίνει τη δειλία. Όμως ο φίλος εξερευνητής, όπως λέει και ο Ν. Άσιμος, που την εγλίτωσε με μια τρεχάλα, εις το καζάνι του ιθαγενούς ανακατεύεται με μια κουτάλα.
Διαλέξτε φίλοι μου την τρεχάλα που σας ταιριάζει. Ελπίζω να το απολαύσετε.
                                         


Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011

The Giving Tree by Shel Silverstein, 1964

Το βιβλίο The Giving Tree δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1964 από τους Harper & Row. Είναι ένα παιδικό βιβλίο γραμμένο και εικονογραφημένο από τον Shel Silverstein. Αυτό το βιβλίο έχει γίνει ένας από τους πιο δημοφιλείς τίτλους του Silverstein και έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες.
Από την πρώτη στιγμή που το βιβλίο είδε το φως της δημοσιότητας, έχει εγείρει πολλές συζητήσεις και αντικρουόμενες απόψεις σε σχέση με την ερμηνεία των μηνυμάτων του. Ως προς το εάν το δέντρο είναι ένα ανιδιοτελές ή απλά αυτοθυσιαστικό δέντρο, και εάν το αγόρι είναι ένας εγωιστής ή λογικός στις απαιτήσεις του προς το δέντρο. Παράλληλα, η ιστορία ξεκάθαρα παρουσιάζει Tα παιδικά χρόνια σαν να είναι μία περίοδος μίας σχετικής ευτυχίας σε σύγκριση με τις θυσίες και τις ευθύνες της ενηλικίωσης.
Όπως ο Ben Jackson, καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Stanford, το τοποθετεί: "Είναι αυτό ένα θλιβερό παραμύθι; Λοιπόν, είναι λυπηρό με τον ίδιο τρόπο που η ζωή είναι αποκαρδιωτική. Όλοι μας έχουμε ανάγκες, και αν είμαστε τυχεροί και αρκετά φιλότιμοι, ενηλικιωνόμαστε ενώ χρησιμοποιούμε άλλους και άλλοι χρησιμοποιούν εμάς. Τα δάκρυα πέφτουν στη ζωή μας όπως τα φύλλα από το δέντρο. Ωστόσο, το πεπερασμένο μας δεν πρέπει να το μετανιώνουμε ή να το απεχθανόμαστε- είναι αυτό που κάνει την προσφορά και την απολαβή δυνατές. Όσο κατηγορείς το αγόρι, τόσο πρέπει να ενοχοποιήσεις την ανθρώπινη ύπαρξη. Όσο κατηγορείς το δέντρο, τόσο πρέπει να ενοχοποιήσεις την ίδια την ιδέα της γονεϊκής φροντίδας. Θα έπρεπε η προσφορά του δέντρου να εξαρτάται από την ευγνωμοσύνη του αγοριού; Αν ίσχυε αυτό, αν οι πατεράδες και οι μητέρες περίμεναν την ανταπόδοση πριν να φροντίσουν τα παιδιά τους, τότε θα είμασταν όλοι καταδικασμένοι."
Ο Jackson, συνδέοντας την ιστορία με την ανθρώπινη κοινωνική ζωή, ισχυρίζεται ότι οι αναγνώστες θα πρέπει να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους και στο αγόρι και στο δέντρο. (Πηγή: WIKIPEDIA)
 Μετάφραση από πρωτότυπο:
Τα γενναία δώρα του δέντρου, από τον Σελ Σιλβερστάιν

"Κάποτε ήταν μια μηλιά… και αγαπούσε ένα μικρό αγόρι.
Και κάθε μέρα το αγόρι ερχόταν και μάζευε τα φύλλα της
και τα έκανε κορώνες και έπαιζε το βασιλιά του δάσους.
Σκαρφάλωνε πάνω στον κορμό της και κρεμόταν από τα κλαδιά της
και έτρωγε τα μήλα της και έπαιζαν κρυφτό.
Και όταν ήταν κουρασμένο, κοιμόταν στη σκιά της.
Και το αγόρι αγαπούσε το δέντρο… πάρα πολύ…
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
Αλλά ο χρόνος πέρασε, και το αγόρι μεγάλωσε.
Και η μηλιά έμενε συχνά μόνη της.
Τότε, μία μέρα, το αγόρι ήρθε στο δέντρο και το δέντρο είπε:
-Έλα αγόρι, έλα και σκαρφάλωσε πάνω στον κορμό μου και κρεμάσου από τα κλαδιά μου και φάε τα μήλα μου και παίξε στη σκιά μου
και γίνε ευτυχισμένο!
-Είμαι πολύ μεγάλος για να σκαρφαλώνω και να παίζω, είπε το αγόρι. Θέλω να αγοράζω πράγματα και να διασκεδάζω. Θέλω χρήματα. Μπορείς να μου δώσεις χρήματα;
-Λυπάμαι, είπε η μηλιά, αλλά δεν έχω καθόλου χρήματα. Έχω μόνο φύλλα και μήλα. Πάρε τα μήλα μου, αγόρι, και πούλησέ τα στην πόλη. Τότε θα έχεις χρήματα και θα είσαι ευτυχισμένο.
Κι έτσι το αγόρι σκαρφάλωσε πάνω στη μηλιά και μάζεψε τα μήλα της και τα πήρε μακριά. Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο…
Αλλά το αγόρι έμεινε μακριά για πολύ καιρό…
και το δέντρο ήταν λυπημένο.
Και τότε μία μέρα το αγόρι γύρισε πίσω, και η μηλιά έτρεμε
από ευτυχία, και είπε:
-Έλα, αγόρι, έλα και σκαρφάλωσε πάνω στον κορμό μου και κρεμάσου από τα κλαδιά μου και φάε τα μήλα μου και παίξε στη σκιά μου
και γίνε ευτυχισμένο.
-Είμαι πολύ απασχολημένος για να σκαρφαλώνω πάνω σε δέντρα, είπε το αγόρι. Εγώ θέλω ένα σπίτι να με κρατάει ζεστό, είπε. Και θέλω μία σύζυγο και θέλω παιδιά, κι έτσι χρειάζομαι ένα σπίτι.
Μπορείς να μου δώσεις ένα σπίτι;
-Δεν έχω σπίτι, είπε η μηλιά. Το δάσος είναι το σπίτι μου, είπε το δέντρο. Αλλά μπορείς να κόψεις τα κλαδιά μου και να φτιάξεις ένα σπίτι. Τότε θα γίνεις ευτυχισμένο.
Κι έτσι το αγόρι έκοψε τα κλαδιά της και τα μετέφερε μακριά για να φτιάξει το σπίτι του. Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
Αλλά το αγόρι έμεινε μακριά για πολύ καιρό…
Και όταν γύρισε πίσω, η μηλιά ήταν τόσο χαρούμενη που μετά βίας μπορούσε να μιλήσει.
-Έλα αγόρι, ψιθύρισε, έλα και παίξε.
-Είμαι πολύ γέρος και λυπημένος για να παίζω, είπε το αγόρι. Εγώ θέλω μία βάρκα που θα με πάρει μακριά από εδώ.
Μπορείς να μου δώσεις μία βάρκα;
-Κόψε τον κορμό μου και φτιάξε μία βάρκα, η μηλιά. Τότε μπορείς να σαλπάρεις μακριά… και να γίνεις ευτυχισμένο.
Κι έτσι το αγόρι έκοψε τον κορμό της και έφτιαξε μία βάρκα
και σάλπαρε μακριά.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο…
Αλλά όχι αληθινά.
Και μετά από πολύ καιρό το αγόρι γύρισε ξανά πίσω.
-Λυπάμαι αγόρι, είπε το δέντρο, αλλά δεν μου έχει μείνει τίποτα άλλο να σου δώσω. Τα μήλα μου χάθηκαν.
-Τα δόντια μου είναι πολύ αδύναμα για να τρώω μήλα,
είπε το αγόρι.
-Τα κλαδιά μου χαθήκαν, είπε το δέντρο. Δεν μπορείς να κρεμαστείς από αυτά.
-Είμαι πολύ γέρος για να κρεμιέμαι από κλαδιά, είπε το αγόρι.
-Ο κορμός μου χάθηκε, είπε το δέντρο. Δεν μπορείς να σκαρφαλώσεις.
-Είμαι πολύ κουρασμένος για να σκαρφαλώνω, είπε το αγόρι.
-Λυπάμαι, αναστέναξε η μηλιά. Εύχομαι να μπορούσα να σου δώσω κάτι… αλλά δε μου έχει μείνει τίποτα. Είμαι μόνο μία γέρικη ρίζα. Λυπάμαι…
-Δε χρειάζομαι πάρα πολλά τώρα, είπε το αγόρι. Μόνο ένα ήσυχο μέρος για να κάτσω και να ξεκουραστώ. Είμαι πολύ κουρασμένος.
-Λοιπόν, είπε η μηλιά, ισιώνοντας τον εαυτό της όσο πιο πολύ μπορούσε, λοιπόν μία γέρικη ρίζα είναι καλή για να κάτσεις και να ξεκουραστείς. Έλα αγόρι, κάτσε κάτω… κάτσε κάτω και ξεκουράσου.
Και το αγόρι το έκανε.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο…"
 Τέλος
_Εισαγωγικά σχόλια και μετάφραση από Δαμιανάκη Μαρία