ETGAR KERET "CRAZY GLUE"



Η τρελή κόλλα
Του Έτγκαρ Κέρετ
Μετάφραση από τα εβραϊκά Μίριαμ Σλέσιγκερ
Απόδοση στα ελληνικά Δαμιανάκη Μαρία



«Μην τ’ αγγίξεις αυτό.» είπε εκείνη.
«Τι είναι;» ρώτησα.
«Κόλλα.» είπε. «Ειδική κόλλα. Πρώτη στο είδος της.»
«Γιατί την αγόρασες;»
«Γιατί τη χρειάζομαι,» είπε. «Πολλά πράγματα εδώ γύρω χρειάζονται κόλλημα.»
«Τίποτα εδώ γύρω δε χρειάζεται κόλλημα,» είπα. «Μακάρι να καταλάβαινα γιατί αγοράζεις όλα αυτά τα πράγματα.»
«Για τον ίδιο λόγο που σε παντρεύτηκα,» μουρμούρισε. «Για να περάσει η ώρα μου.»
Δεν ήθελα να μαλώσω, έτσι σώπασα, και το ίδιο και εκείνη.
«Είναι καθόλου καλή, αυτή η κόλλα;» ρώτησα. Μου έδειξε την εικόνα πάνω στο κουτί, μ’ αυτόν τον τύπο που κρέμεται ανάποδα από το ταβάνι.
«Καμία κόλλα δεν μπορεί πραγματικά να κάνει έναν άνθρωπο να κολλήσει έτσι,» είπα. «Απλά τράβηξαν τη φωτογραφία ανάποδα. Πρέπει να έχουν βάλει μία λάμπα πάνω στο πάτωμα.» Πήρα το κουτί από τα χέρια της και το παρατήρησα. «Να εκεί, κοίτα το παράθυρο. Δεν μπήκαν καν στον κόπο να κρεμάσουν τις κουρτίνες αλλιώς. Κρέμονται ανάποδα, αν βέβαια στέκεται πραγματικά πάνω στο ταβάνι. Κοίτα,» είπα πάλι, δείχνοντας το παράθυρο. Δεν κοίταξε.
«Πήγε κιόλας οχτώ,» είπα. «Πρέπει να φύγω.» Σήκωσα το χαρτοφύλακά μου και τη φίλησα στο μάγουλο. «Θ’ αργήσω αρκετά να γυρίσω. Δουλεύω-»
«Υπερωρία,» είπε εκείνη. «Ναι, το ξέρω.»
Τηλεφώνησα στην Άμπι από το γραφείο.
«Δεν μπορώ για σήμερα,» είπα. «Πρέπει να γυρίσω νωρίς στο σπίτι.»
«Γιατί;» ρώτησε η Άμπι. «Έγινε κάτι;»
«Όχι... δηλαδή, ίσως. Νομίζω ότι υποπτεύεται κάτι.»
Ακολούθησε μια παρατεταμένη σιωπή. Μπορούσα να ακούσω την ανάσα της Άμπι στο τέλος της άλλης γραμμής.
«Δεν καταλαβαίνω γιατί μένεις μαζί της,» ψιθύρισε. «Ποτέ δεν κάνετε τίποτα μαζί. Δεν μαλώνετε καν. Δε θα το καταλάβω ποτέ.» Υπήρξε μια παύση, και μετά επανέλαβε, «Μακάρι να καταλάβαινα.» Είχε βάλει τα κλάματα.
«Λυπάμαι. Λυπάμαι, Άμπι. Άκου, κάποιος μόλις μπήκε μέσα,» είπα ψέματα. «Πρέπει να σε κλείσω. Θα έρθω από ‘κεί αύριο. Στο υπόσχομαι. Θα μιλήσουμε τότε για όλα.»
Γύρισα στο σπίτι νωρίς. Είπα ένα γεια καθώς έμπαινα μέσα, αλλά δεν υπήρξε καμία απάντηση. Γύρισα όλα τα δωμάτια του σπιτιού. Δεν ήταν σε κανένα από αυτά. Πάνω στο τραπέζι της κουζίνας βρήκα το σωληνάριο της κόλλας, εντελώς άδειο. Προσπάθησα να μετακινήσω μια απ’ τις καρέκλες για να καθίσω. Δε σάλεψε. Προσπάθησα ξανά. Ούτε εκατοστό. Την είχε κολλήσει στο πάτωμα. Το ψυγείο δεν άνοιγε. Το είχε κολλήσει κλειστό. Δεν καταλάβαινα τι συνέβαινε, τι την έκανε να κάνει ένα τέτοιο πράγμα. Δεν ήξερα πού ήταν. Πήγα στο σαλόνι για να τηλεφωνήσω στη μητέρα της. Δεν μπορούσα να σηκώσω το ακουστικό, το είχε κολλήσει επίσης. Κλώτσησα το τραπέζι και παραλίγο να σπάσω το δάχτυλό μου. Ούτε που κινήθηκε.
Και τότε άκουσα το γέλιο της. Ερχόταν από κάπου από πάνω μου. Κοίταξα πάνω, και εκεί ήταν, στεκόταν ξυπόλυτη πάνω στο ταβάνι του σαλονιού.
Κοίταζα με το στόμα ανοιχτό. Όταν βρήκα ξανά τη φωνή μου μπορούσα μόνο να ρωτήσω, «Τι στο καλό... έχεις τρελαθεί τελείως;»
Εκείνη δεν απάντησε, απλά χαμογέλασε. Το χαμόγελό της φαινόταν τόσο φυσικό, ενώ κρεμόταν έτσι ανάποδα, σαν τα χείλη της απλά να τεντώνονταν μόνα τους από την απλή δύναμη της βαρύτητας.
«Μην ανησυχείς, θα σε κατεβάσω,» είπα, τρέχοντας προς το ράφι και αρπάζοντας τα μεγαλύτερα βιβλία. Έφτιαξα ένα πύργο από τόμους εγκυκλοπαίδειας και σκαρφάλωσα στην κορυφή της στίβας.
«Αυτό μπορεί να πονέσει λίγο,» είπα, προσπαθώντας να κρατήσω την ισορροπία μου. Εκείνη συνέχισε να χαμογελά. Τράβηξα όσο πιο δυνατά μπορούσα, αλλά τίποτα δεν έγινε. Προσεχτικά, κατέβηκα κάτω.
«Μην ανησυχείς,» είπα. «Θα φέρω τους γείτονες ή κάτι τέτοιο. Θα πάω δίπλα και θα ζητήσω βοήθεια.»
«Ωραία,» είπε γελώντας. «Δε θα πάω πουθενά.»
Κι εγώ γέλασα. Ήταν τόσο όμορφη, και τόσο παράλογη, να κρέμεται ανάποδα από το ταβάνι μ’ αυτόν τον τρόπο. Με τα μακριά της μαλλιά να κυμματίζουν προς τα κάτω, και τα στήθη της να χύνονται σαν δύο τέλεια δάκρυα κάτω από το λευκό της φανελάκι. Τόσο όμορφη. Σκαρφάλωσα ξανά πάνω στη στίβα των βιβλίων και τη φίλησα. Ένιωσα τη γλώσσα της πάνω στη δική μου. Τα βιβλία κατρακύλησαν κάτω από τα πόδια μου, αλλά εγώ έμεινα να αιωρούμαι στον αέρα, κρεμώμενος μόνο από τα χείλη της.

ΤΕΛΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου